Ακύρωση Διαταγής πληρωμής - σύμβαση δανείου Ελβετικού Φράγκου
Συνημμένα απόφαση 37/2020 ΠολΠρωτ Σύρου επί ΑΝΑΚΟΠΗΣ σε υπόθεση Ελβετικού Φράγκου.
Το δικαστήριο δέχεται ότι εφόσον η σύμβαση δανείου δεν περιέχει ρήτρα μεταξύ των συμβληθέντων μερών που ορίζει ότι τα αποσπάσματα των μηχανογραφικώς τηρούμενων βιβλίων της τράπεζας, στα οποία αποτυπώνεται η κίνηση του λογαριασμού, αποτελούν πλήρες αποδεικτικό μέσο υπέρ της τράπεζας, δεν πληρούται η αρχή της έγγραφης απόδειξης, άρα δεν είναι δυνατή η έκδοση διαταγής πληρωμής.
ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΟΙΤΙ ΟΛΕΣ ΟΙ ΠΑΛΑΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΣΕ ΕΛΒΕΤΙΚΟ ΤΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΕΧΟΥΝ ΤΟ ΙΔΙΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ !
==============================
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΥΡΟΥ ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 37 /2020 ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΥΡΟΥ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Ουρανία-Αικατερίνη Κώτσιου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Στέργιο Δρίτσα, Πρωτοδίκη, Αναστασία Τσώλη, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια και από το Γραμματέα Δημήτριο Καράβολα.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριο του, την 16η Νοεμβρίου 2018, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ-ΑΣΚΟΥΝΤΩΝ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ: ...........................................................οι οποίοι παραστάθηκαν ο μεν πρώτος μετά η δε δεύτερη δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Ιωάννη Ιάκωβου Παραδείση (AM ΔΣΣ 133), που κατέθεσε προτάσεις.
ΤΗΣ ΚΑΘ' ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΙ.ΟΙ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ........ ΑΕ», νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αμερικής αριθμός 4, με ΑΦΜ ............., στην οποία μεταβιβάστηκαν σύμφωνα με τη με αριθμό 4/27.7.2012 απόφαση της Επιτροπής Μέτρων Εξυγίανσης της Τράπεζας της Ελλάδος (ΦΕΚ Β 2209/27.7.2012), στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού του τεθέντος υπό ειδική εκκαθάριση, δυνάμει της με αριθμό 46/27.7.2012 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος (ΦΕΚ Β 2208/27,7.2012) πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ» και υπό την ιδιότητα της ως ειδικής διαδόχου, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Γεωργίου Σκανδάλη (AM ΔΣΑ 34511), που κατέθεσε προτάσεις.
Οι ανακόπτοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 8.1.2018 ανακοπή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 9.1.2018, με αριθμό κατάθεσης 1/9.1.2018, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τις 9.3.2018, οπότε και αναβλήθηκε για τις 15.6.2018, ημερομηνία κατά την οποία αναβλήθηκε εκ νέου για τη δικάσιμο που φέρεται στην αρχή της παρούσας, καθώς και οι από 30.9.2018 πρόσθετοι λόγοι ανακοπής τους, που κατατέθηκαν στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης 88/1.10.2018 και προσδιορίστηκαν για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Νόμιμα φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, η με αριθμό κατάθεσης 1/2018 ανακοπή και οι με αριθμό κατάθεσης 88/2018 πρόσθετοι λόγοι ανακοπής, κατόπιν ανασύστασης της δικογραφίας, λόγω απώλειας της, μετά τη συζήτηση της κατά την αναφερόμενη ανωτέρω δικάσιμο.
Π. Με την υπό κρίση ανακοπή και το δικόγραφο πρόσθετων λόγων, τα οποία συνεκδικάζονται λόγω συνάφειας (άρθρο 246 ΚΠολΔ), οι ανακόπτοντες ζητούν για τους λόγους που ειδικότερα εκθέτουν σε αυτά, κατά τη δέουσα εκτίμηση του περιεχομένου και του αιτήματος τους, να ακυρωθεί η με αριθμό 94ΔΠ/2017 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου καθώς και η παρά πόδας αυτής από 10.11.2017 επιταγή προς εκτέλεση, με τις οποίες υποχρεώθηκαν να καταβάλουν στην καθ' ης αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 290.814,13 ευρώ (το οποίο προκύπτει από την ισοτιμία μεταξύ ευρώ και ελβετικού φράγκου που ίσχυε δύο εργάσιμες ημέρες πριν την καταγγελία της δανειακής σύμβασης, του προκύψαντος την ημερομηνία της καταγγελίας της σύμβασης στις 10.12.2013 χρεωστικού καταλοίπου ποσού 354.502,42 CHF), πλέον τόκων υπερημερίας καθώς και εξόδων κατά την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής και το ποσό των 414.788,33 ευρώ για επιδικασθέν κεφάλαιο, πλέον τόκων και εξόδων, δικαστική δαπάνη, σύνταξη επιταγής και έξοδα επίδοσης, με το νόμιμο τόκο, από την επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση και μέχρι πλήρους εξόφλησης. Με βάση τα ανωτέρω, στο δικόγραφο της κρινόμενης ανακοπής ενώνονται αφενός ανακοπή κατά της με αριθμό 94ΔΠ/2017 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου και αφετέρου κατά το άρθρο 933 ΚΠολΔ αντιρρήσεις, που αφορούν την από 10.11.2017 επιταγή προς εκτέλεση, την οποία τους κοινοποίησε η καθ' ης η ανακοπή (επισπεύδων δανειστής) δυνάμει της προαναφερόμενης διαταγής πληρωμής. Η ανακοπή καθ' ο μέρος στρέφεται κατά της επιταγής προς εκτέλεση αναρμοδίως φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό, το οποίο είναι καθ' ύλην αναρμόδιο, διότι κατά τη διάταξη του άρθρου 933 παρ. 1 ΚΠολΔ, καθ' ύλην αρμόδιο Δικαστήριο για την εκδίκαση των αντιρρήσεων (ανακοπής) κατά της εκτέλεσης είναι το Ειρηνοδικείο, εφόσον ο εκτελεστός τίτλος έχει εκδοθεί από αυτό το Δικαστήριο και σε κάθε άλλη περίπτωση το Μονομελές Πρωτοδικείο, αποκλειόμενης της αρμοδιότητας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, τα ανωτέρω, δε, ισχύουν και για τους πρόσθετους λόγους (άρθρο 933 παρ. 1 εδ. γ' ΚΠολΔ). Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, το παρόν Δικαστήριο πρέπει να κηρυχθεί
αυτεπαγγέλτως καθ' ύλην αναρμόδιο για την εκδίκαση της υπό κρίση ανακοπής και των πρόσθετων λόγων κατά της από 10.11.2017 επιταγής προς εκτέλεση και αυτά να παραπεμφθούν, κατ' άρθρο 46 ΚΠολΔ, προς εκδίκαση στο καθ' ύλην και κατά τόπο αρμόδιο-Δικαστήριο, που είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο Σύρου (σύμφωνα με το άρθρο 933 παρ. 1 και 3 σε συνδυασμό με το άρθρο 584 ΚΠολΔ), άνευ επιβολής δικαστικών εξόδων σε βάρος των ανακοπτόντων, διότι η καθ' ης η αίτηση δεν υποβλήθηκε σε ιδιαίτερα τέτοια (ΕφΠατ 317/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η ένδικη ανακοπή κατά της με αριθμό 94ΔΠ/2017 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου, αρμοδίως καθ' ύλην και κατά τόπον εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 632 σε συνδυασμό με τα άρθρα 14 παρ. 2 και 18 ΚΠολΔ) κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 632 παρ. 2 ΚΠολΔ και έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα κατ' άρθρο 632 παρ. 2 του ΚΠολΔ, δηλαδή εντός της προθεσμίας των δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την επίδοση της διαταγής πληρωμής, δεδομένου ότι η μεν διαταγή πληρωμής επιδόθηκε στους ανακόπτοντες στις 15.12.2017 (βλ. τις με αριθμό 1268715.12.2017 και 1278715.12.2017 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αιγαίου Αικατερίνης Δουράτσου αντίστοιχα), η δε υπό κρίση ανακοπή κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 9.1.2018 και επιδόθηκε στην καθ' ης στις 10.1.2018 (βλ. την επισημείωση του δικαστικού επιμελητή Γιάννη Παναγόπουλου επί του επιδοθέντος στην καθ' ης αντιγράφου της κρινόμενης ανακοπής), ενώ και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής κατατέθηκαν με ιδιαίτερο δικόγραφο στη Γραμμιατεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 1.10.2018 και επιδόθηκαν στην καθ' ης η ανακοπή στις 4.10.2018, ήτοι στην προθεσμία που ορίζει το άρθρο 585 παρ. 2 (βλ. την επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας Ιουλίας Μιχαλίτσας Πιπίνη επί του επιδοθέντος
στην καθ' ης αντιγράφου του δικογράφου των πρόσθετων λόγων). Επομένως, η ανακοπή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό, τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της. [...]
IV. Κατά το άρθρο 623 ΚΠολΔ, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 του ίδιου Κώδικα μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων, εφόσον η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύονται από δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο. Από το περιεχόμενο της ως άνω διάταξης, προκύπτει ότι η έγγραφη απόδειξη της απαίτησης αποτελεί ειδική διαδικαστική προϋπόθεση για την έκδοση διαταγής πληρωμής και για το λόγο αυτόν πρέπει στη σχετική αίτηση να επισυνάπτονται και όλα τα έγγραφα από τα οποία προκύπτει η απαίτηση, το ακριβές οφειλόμενο ποσό καθώς και τα πρόσωπα του δικαιούχου και του υπόχρεου (Εφ.Λαμ. 117/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, το απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της τράπεζας, αν και δεν περιλαμβάνεται στα αποδεικτικά μέσα, που προβλέπονται στα άρθρα 444 παρ. 1 και 448 παρ, 1 ΚΠολΔ ή σε άλλη διάταξη νόμου και κατ' ακολουθίαν, δεν έχει αποδεικτική δύναμη, κατ' εξαίρεση μπορεί να χρησιμεύσει ως απόδειξη της απαίτησης της τράπεζας, υπό την προϋπόθεση ότι στη σχετική σύμβαση έχει περιληφθεί ρήτρα με την οποία καθορίζεται αυτό ως αποδεικτικό μέσο για την απόδειξη των επιμέρους κονδυλίων της σύμβασης και της οφειλής του αντισυμβαλλομένου της τράπεζας. Η συμφωνία αυτή, ως δικονομική σύμβαση, είναι έγκυρη, καθόσον δεν προσκρούει στη δημόσια τάξη, μπορεί, δε, να αποτελέσει περιεχόμενο γενικού όρου συναλλαγών (ΓΟΣ), κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν. 2251/1994, μονομερώς προδιατυπωμένου από την τράπεζα στη σύμβαση, αφού δεν προσκρούει στη δημόσια τάξη. ούτε αποκλείει ή περιορίζει υπέρμετρα τη δυνατότητα του πιστσύχου καταναλωτή για απόδειξη (ΑΠ 909/2010, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην περίπτωση αυτή το εν λόγω απόσπασμα, αναγορευόμενο συμβατικά σε έγγραφο με πλήρη απόδειξη, πληροί την απαίτηση της ανωτέρω διάταξης και συνεπώς δύναται να στηρίξει κατά νόμο την έκδοση διαταγής πληρωμής κατά του οφειλέτη του δανείου (Εφ.Λαρ. 236/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), πλην όμως, απαραίτητη. προϋπόθεση αποτελεί η συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών και η αναγραφή αυτής στη σύμβαση δανείου ή στην πρόσθετη πράξη αυτής, διαφορετικά το ως άνω απόσπασμα στερείται αποδεικτικής δύναμης [ΑΠ 1262/2019, ΑΠ 2206/2009, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Ποδηματά) ΚΠολΔ II (2000) 623 αρ. 30]. Με τον εκτιμώμενο ως δεύτερο λόγο ανακοπής (πρώτο πρόσθετο λόγο), οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής εκδόθηκε χωρίς να συντρέχει η διαδικαστική προϋπόθεση της έγγραφης απόδειξης της χρηματικής απαίτησης της καθ' ης, στην οποία αφορά, καθώς τα προσκομισθέντα από την καθ' ης έγγραφα, ήτοι τα αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων της καθ' ης,:μπ·ορούν να αποτελέσουν έγγραφα αποδεικτικά της απαίτησης της τελευταίας σε βάρος τους, μόνο εάν αυτό συμφωνήθηκε ρητά μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, περίπτωση που δε συντρέχει στην ένδικη σύμβαση. Ο λόγος αυτός ανακοπής προβάλλεται παραδεκτά και ορισμένα, είναι, δε, νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 443, 444, 447, 448, 449 παρ. 1, 623, 626 παρ. 3 και 628 ΚΠολΔ και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.
Από την ανωμοτί εξέταση του πρώτου ανακόπτοντος, η οποία περιλαμβάνεται στα ταυταριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου και από όλα τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Επί της από 23.10.2017 αίτησης της καθ' ης η . ανακοπή τράπεζας εκδόθηκε η με αριθμό 94ΔΠ/2017 προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου, δυνάμει της οποίας υποχρεώθηκαν οι ανακόπτοντες να καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, στην καθ' ης η ανακοπή τράπεζα το ποσό των 290.814,13 ευρώ, το οποίο προκύπτει έπειτα από αγορά για λογαριασμό των ανακοπτόντων, με βάση την ισοτιμία μεταξύ ευρώ και ελβετικού φράγκου στην τιμή πώλησης ελβετικού φράγκου που ίσχυε δύο εργάσιμες ημέρες πριν την καταγγελία της δανειακής σύμβασης, του προκύψαντος την ημερομηνία της καταγγελίας της σύμβασης στις 10.12.2013 χρεωστικού καταλοίπου ποσού 354.502,42 CHF, ως επιδικασθέν κεφάλαιο, με το νόμιμο τόκο από 11.12.2012 (επομένη καταγγελίας της σύμβασης και μεταφοράς χρεωστικού υπολοίπου σε λογαριασμό οριστικής καθυστέρησης) με επιτόκιο υπερημερίας το συμφωνηθέν συμβατικό επιτόκιο πλέον 2,5 εκατοστιαίων μονάδων, με ανατοκισμό των τόκων ανά εξάμηνο, μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και το ποσό των 3.200 ευρώ για τη δικαστική δαπάνη έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Για την έκδοση της διαταγής πληρωμής, η καθ' ης η ανακοπή έθεσε υπόψη του Δικαστή που την εξέδωσε, μεταξύ άλλων, επικυρωμένο αντίγραφο της με αριθμό 363002007006800/19.4.2007 σύμβασης τοκοχρεολυτικού στεγαστικού δανείου σε ευρώ μετατρεπόμενο σε ελβετικά φράγκα και τα πρωτότυπα αποσπάσματα από τα επίσημα εμπορικά βιβλία της τράπεζας: α) της καρτέλας του ως άνω δανείου, στην οποία εμφαίνονται οι χρεώσεις των τοκοχρεωλυτικών δόσεων και οι πιστώσεις που πραγματοποιούσαν οι καθ' ων στους με αριθμούς 363-67-000269-01 και 5710-062815-448 λογαριασμούς εξυπηρέτησης της ως άνω δανειακής σύμβασης και β) του με αριθμό 5710069507447 λογαριασμού οριστικής καθυστέρησης στον οποίο μεταφέρθηκε το χρεωστικό υπόλοιπο του ως άνω λογαριασμού ποσού 290.814,13 ευρώ, μετά την από 10.12.2013 καταγγελία της σύμβασης. Από το κείμενο της ως άνω σύμβασης αποδεικνύεται ότι δεν περιελήφθη σε αυτή η δικονομικού χαρακτήρα συμφωνία μεταξύ των συμβληθέντων μερών που θα ανήγαγε τα αποσπάσματα των μηχανογραφικώς τηρούμενων βιβλίων της τράπεζας, στα οποία αποτυπώνεται η κίνηση του λογαριασμού, σε αποδεικτικό μέσο υπέρ της εκδότριας της και στερούνται ως ιδιωτικά έγγραφα αποδεικτικής δύναμης έναντι τρίτων, με αποτέλεσμα να μην πληρούται η αρχή της έγγραφης απόδειξης της απαίτησης για την έκδοση διαταγής πληρωμής, απορριπτόμενου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της καθ' ης, ότι είναι δυνατή η έκδοση διαταγής πληρωμής με βάση απόσπασμα ακόμη και αν δεν υπάρχει σχετική δικονομική συμφωνία, ως μη νόμιμου, με βάση και τα αναλυτικά διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω νομική σκέψη, Συνεπώς, ο λόγος αυτός ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος, παρελκομένης της εξετάσεως των λοιπών λόγων ανακοπής. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, να ακυρωθεί η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής και να καταδικαστεί η καθ' ης στην καταβολή?των δικαστικών εξόδων των ανακοπτόντων, λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρα 63 παρ. 1, 65 και 68 παρ. 1 ν. 4194/2013), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τη με αριθμό κατάθεσης 1/2018 ανακοπή και τους με αριθμό κατάθεσης 88/2018 πρόσθετους λόγους αυτής.
ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ αντιμωλία των διαδίκων.
ΧΩΡΙΖΕΙ τις σωρευόμενες ανακοπές του άρθρου 632 ΚΠολΔ και 933 ΚΠολΔ.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ εαυτόν καθ' ύλην αναρμόδιο για την εκδίκαση της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ και των πρόσθετων λόγων αυτής.
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ αυτή προς συζήτηση ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο.
ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει τη σωρευόμενη ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ και τους πρόσθετους λόγους αυτής.
ΔΕΧΕΤΑΙ την κατά το άρθρο 632 ΚΠολΔ ανακοπή κατά τον πρόσθετο λόγο αυτής.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ τη με αριθμό 94ΔΠ/2017 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ' ης η ανακοπή στη δικαστική δαπάνη των ανακοπτόντων, την οποία ορίζει σε οκτώ χιλιάδες επτακόσια (8.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Ερμούπολη Σύρου. στις 27 Απριλίου 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου